Γ. Kοντογιώργης: "Ο ελληνισμός προβάλλει ως υπερδύναμη πολιτισμού παγκοσμίως"

Στις κατάμεστες αίθουσες της Παμμακεδονικής Ένωσης Μελβούρνης και Βικτωρίας και στο οίκημα των Ιθακησίων πάνω από 300 συμπάροικοι, ηγέτες παροικιακών φορέων, εκπαιδευτικοί και νέοι επιστήμονες είχαν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν τις δύο διαλέξεις του έγκριτου Καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης, ερευνητή, π. πρύτανη του Παντείου Πανεπιστημίου και υπουργού, κ. Γεωργίου Κοντογιώργη, ο οποίος είναι επισκέπτης Καθηγητής του Αυστραλιανού Ινστιτούτου Μακεδονικών Σπουδών.

Ο διαπρεπής και πολυγραφέστατος πανεπιστημιακός και ακαδημαϊκός ο οποίος εξέδωσε σχεδόν 130 μονογραφίες και κεφάλαια που αναφέρονται στην αρχαία ελληνική γραμματεία, τη λαϊκή ιδεολογία, τα πολιτικά συστήματα και την πολιτική, τη δημοκρατία, την ελληνική κοινωνία, τον δεσποτισμό του ιερατείου στην ελληνική Εκκλησία, την ελληνική δημοκρατία, την κομματοκρατία και την ολιγαρχία ως φαινόμενα διοίκησης στην Ελλάδα, το ελληνικό κοσμοσύστημα, θεωρείται ως ο επιστήμονας που καθιέρωσε ένα πλήθος από θεωρητικά σημαινόμενα στην σύγχρονη πολιτική επιστήμη.

Η πρώτη διάλεξη δόθηκε την Τετάρτη, 29 Οκτωβρίου στις 7.00 μ.μ. μέσα στα πλαίσια των ΔΗΜΗΤΡΙΩΝ 2014 που οργάνωσε η Παμμακεδονική Ένωση Μελβούρνης και Βικτωρίας και ήταν αφιερωμένη στη μνήμη του ευεργέτη και ανθρωπιστή Μακεδόνα, Νίκου Σικαβίτσα. Το θέμα της διάλεξης του Καθηγητή ήταν Ο Ελληνισμός σε σταυροδρόμι: Οι Έλληνες ως Έθνος και ως κράτος στον σύγχρονο κόσμο. Τους παρευρισκομένους χαιρέτισε ο πρόεδρος της Παμμακεδονικής, κ. Δημήτρης Μηνάς, ο οποίος αναφέρθηκε στο ρόλο των Δημητρίων και στη συνεργασία της Παμμακεδονικής με το Αυστραλιανό Ινστιτούτο Μακεδονικών Σπουδών. Ο πρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητας Μελβούρνης και Βικτωρίας, κ. Βασίλειος Παπαστεργιάδης χαιρέτισε την ομήγυρη και αναφέρθηκε στις εμπειρίες που είχε με τον αείμνηστο Νίκο Σικαβίτσα, στον ανθρωπισμό του και την ευεργετική του διάθεση προς το σχολείο και την ιστορική Κοινότητα των Ελλήνων. Ο καθηγητής κ. Α. Μ. Τάμης στη συνέχεια μίλησε για τη ζωή και την προσφορά του Νίκου Σικαβίτσα ως οικογενειάρχη, επιχειρηματία και πατριώτη. Στη συνέχεια παρουσίασε στο ακροατήριο τον διαπρεπή επισκέπτη καθηγητή κ. Γεώργιο Κοντογιώργη, την επιστημονική του καριέρα και την τεράστια προσφορά του στα γράμματα και στην πολιτική επιστήμη.

Ο διαπρεπής πανεπιστημιακός αναφέρθηκε εν πρώτοις στις βιωματικές εμπειρίες του πατέρα του, ο οποίος εποίκησε την Αμερική, όπου και εγκαταστάθηκε για πολλά χρόνια, όπως χιλιάδες Λευκαδίτες, για να τονίσει τη διάσταση του Ελληνισμού ως έθνους και να τονίσει τη δυναμικότητα του έθνους των Ελλήνων, την ακμαιότητά του, τη διαχρονική του παρουσία και την καθοριστική συμβολή του στα δρώμενα του πλανήτη. Ο καθηγητής κ. Κοντογιώργης έθεσε στην αρχή της ομιλίας του μια σειρά από ερωτήματα, στα οποία στη συνέχεια απάντησε τεκμηριωμένα, αντλώντας απτά παραδείγματα από την αρχαία γραμματεία, την ιστορία, για να θέσει το βασικό του ερώτημα: Γιατί ο Ελληνισμός διέπρεψε ως έθνος για 4000 χρόνια και αναδύθηκε ως παγκόσμια υπερδύναμη και τα τελευταία διακόσια χρόνια οδηγήθηκε σε μαρασμό, στη κοινωνικο-οικονομική συρρίκνωση και την υποτέλεια; Πώς είναι δυνατόν ο Ελληνισμός να έχει όχι μόνον ζωή και παρουσία, αλλά τεράστια συμβολή μέσα από την αρχαία ελληνική περίοδο, την ελληνιστική, τη Ρωμαϊκή, τη βυζαντινή και ακόμη στη διάρκεια της Οθωμανικής κυριαρχίας και να αποτελεί τεράστια κοινωνική και οικονομική δύναμη, που χωρίς αυτήν δεν θα μπορούσαν οι Οθωμανοί να διατηρήσουν την αυτοκρατορία τους, ενώ στα τελευταία 200 χρόνια, ως αποτέλεσμα της αποτυχίας της ελληνικής επανάστασης καταλήξαμε να είμαστε υποτελείς σε ξένες δυνάμεις και μέσα στα όρια αυτού που απέμεινε ως χώρα-κράτος στην κομματοκρατία και στους ολιγάρχες;

TΑ ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΞΗΣ ΤΟΥ ΚΑΘΗΓΗΤΗ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΟΝΤΟΓΙΩΡΓΗ

1) Η σημερινή κρίση στοιχειοθετεί το γνώρισμα μιας νέας μεγάλης καταστροφής για τον ελληνισμό. Καταστροφή που δεν είναι η πρώτη, αλλά η τελευταία στην αλυσίδα καταστροφών που οδήγησαν στη σημερινή πολυσήμαντη συρρίκνωση και απαξίωση του ελληνικού κόσμου. Τη συρρίκνωση αυτή τη διαπιστώνουμε εάν συγκρίνουμε τον ελληνικό κόσμο ακόμη και του τέλους του 19ου αιώνα, που δέσποζε σε μια μείζονα περιοχή του ευρωπαϊκού και του μεσογειακού χώρου και της σημερινής ελληνικής χώρας που δυσκολεύεται να σταθεί με όρους αξιοπρέπειας στον πλανητικό χάρτη.

2) Στο ερώτημα τι έφταιξε η απάντηση που δίνει η καθεστωτική διανόηση αποδίδει την αποκλειστική ευθύνη στην κοινωνία και στις κληρονομιές της (του Βυζαντίου και της τουρκοκρατίας).

     Η δική μου απάντηση είναι ότι φταίει αποκλειστικά το κράτος. Η συντριπτική ήττα που υπέστη ο ελληνισμός κατά την Επανάσταση είχε ως συνέπεια να εγκατασταθεί ένα μικρό και ίσως το πιο καθυστερημένο μέρος του, σε ένα κράτος που ήταν από κάθε άποψη αναντιστοιχία τόσο με το μέγεθος και τις δυνατότητές του όσο και με το στάδιο που διερχόταν. Εάν εντρυφήσει κανείς στο πρόταγμα των Ελλήνων της τουρκοκρατίας θα διαπιστώσουμε ότι οραματίζονταν ένα ελεύθερο κράτος που θα υποκαθιστούσε την οθωμανική αυτοκρατορία και θα ήταν εξαιρετικά δημοκρατικό, τόσο σε επίπεδο κοινών/κοινοτήτων όσο και σε εκείνο της κεντρικής πολιτικής εξουσίας.

     Το νεοελληνικό κράτος ήταν μη βιώσιμο, εξαρτημένο δίκην προτεκτοράτου που προοριζόταν να υπηρετήσει τα συμφέροντα των Δυνάμεων στην περιοχή και να υπονομεύσει τον μείζονα ελληνισμό. Στο όνομα του «εξευρωπαϊσμού» καταργήθηκε η δημοκρατική συγκρότηση της πολιτείας που τοποθετούσε την κοινωνία μέσα στο πολιτικό σύστημα και επεβλήθη η απολυταρχία και αργότερα η πολιτεία της πολιτικής κυριαρχίας. Έτσι η πολιτική ηγεσία επέβαλε ένα καθεστώς κομματοκρατίας, έπαψε να ασκεί πολιτικές δημοσίου συμφέροντος, τις οποίες αντικατέστησε με το πελατειακό σύστημα. Συγχρόνως απέκλεισε την δυνατότητα της αστικής τάξης και της πνευματικής ηγεσίας του μείζονος ελληνισμού να εγκατασταθεί στο εσωτερικό του κράτους, οδηγώντας τες στην καταστροφή στο όνομα της Μεγάλης Ιδέας, που ποτέ δεν πίστεψε. Έτσι η κομματοκρατία έμεινε ελεύθερη να λυμαίνεται το κράτος και δι' αυτού τον ελληνισμό, κατά τρόπο συστηματικό και διαρκή. Τελευταία εκδήλωση της λεηλασίας αυτής είναι η σημερινή καταστροφή. Η οποία είναι πρωτογενώς πολιτική, σε αντίθεση με την κρίση στις άλλες χώρες που ορίζεται ως χρηματοπιστωτική κρίση. Η πολιτικές της ρίζες εξηγούν το βάθος της ελληνικής κρίσης και την δυσκολία της να ξεπεραστεί.

3) Στην ελληνική περίπτωση υπάρχει μια σαφής διαφορά μεταξύ κράτους και έθνους. Πρώτον διότι το κράτος λειτούργησε ιστορικά εναντίον του έθνους. Δεύτερον διότι το κράτος εννοεί να αρνείται τον ιστορικό χαρακτήρα του έθνους ως δημιουργό του κράτους εννοώντας ότι αυτό δημιούργησε το έθνος των Ελλήνων εκ του μηδενός και άρα ότι οφείλει το έθνος να απαρνηθεί τα πεπραγμένα του και να ιστορείται διά των πεπραγμένων του κράτους. Και τρίτον επειδή το έθνος είναι ούτως ή άλλως ευρύτερο του κράτους.

4) Στο ερώτημα του τι πρέπει να γίνει η απάντηση είναι μονοσήμαντα μια: να πάψουμε να αναζητούμε τον ασθενή στην κοινωνία και να παρέχουμε φάρμακο σε λάθος ασθενή. Το ίδιο θεσμικό κοστούμι -κράτος- δεν προσιδιάζει σε όλες τις κοινωνίες. Το σημερινό κράτος/πολιτικό σύστημα είναι πολύ στενό για το ανάπτυγμα της ελληνικής κοινωνίας. Οφείλουμε να δημιουργήσουμε ένα κράτος, αντιπροσωπευτικό, που θα φέρνει την κοινωνία ως θεσμικό παράγοντα στην πολιτεία και θα επιβάλει στο πολιτικό προσωπικό πολιτικές που θα είναι αντίστοιχες με το εθνικό/κοινωνικό συμφέρον και όχι με το συμφέρον της ιδίας και των περί αυτό συγκατανευσιφάγων. Εάν ο ελληνισμός λεηλατήθηκε διά του κράτους για μια ακόμη φορά στις ημέρες μας αυτό μας διδάσκει ότι δεν αρκεί να σκεφτόμαστε απλώς πώς θα βγούμε βαριά πληγωμένοι από την κρίση, αλλά πώς θα αποτραπεί η προετοιμασία μιας νέας καταστροφής στο μέλλον.

     Κατά τούτο, είναι επιβεβλημένη η εκ του μηδενός ανασυγκρότηση του κράτους με την άρση των τριών πυλώνων της καταστροφής, οι οποίοι ακόμη δεν έχουν αγγιχθεί από το ελληνικό πολιτικό προσωπικό: του πολιτικού συστήματος, της δημόσιας διοίκησης και δικαιοσύνης και των νόμων που θεσμίζουν τη διαπλοκή και τη διαφθορά.

5) Τα ίδια ισχύουν και για τη διασπορά, την οποία το κράτος όχι μόνο αρνείται να τη δεχθεί στους κόλπους της (να της παράσχει δικαίωμα ψήφου, να συμμετάσχει στους θεσμούς του κράτους κλπ) αλλά και κάνει ότι περνάει από το χέρι του για να υποσκάψει την συνοχή της, να την υποτάξει στην κομματοκρατία και εντέλει να την οδηγήσει στην αποξένωση και στην αφομοίωσή της από τις χώρες υποδοχής. Η διασπορά αποτελεί ένα ζωντανό κύτταρο του έθνους η οποία καλείται να συγκροτήσει θεσμούς συλλογικούς, να σφυρηλατήσει την εθνική της συνοχή, με τη δημιουργία της δικής της πολιτείας μέσα στην εθνική πολιτεία όπου ζει και να αξιώσει συμμετοχή στα πολιτειακά δρώμενα του ελληνικού κράτους (με την εκλογή αντιπροσώπων της στην ελλαδική βουλή κ.λ.π).

Συμπέρασμα: Εάν ο ελληνισμός δεν επανέλθει στην ιστορική τροχιά που σηματοδότησε ως πρωτοπορία στον ανθρωποκεντρικό πολιτισμό, εάν συνεχίσει να οπισθοδρομεί, θα κινδυνεύσει απορεί γιατί διάγει μια χωρίς προηγούμενο καταστροφή. Να συνειδητοποιήσει ότι κινδυνεύει πια στην ίδια του την ύπαρξη και ότι ο μόνος δρόμος για την ανάταξή του είναι η επανεγγραφή του στην ιστορία με πρόσημο την πρόοδο. Απαιτείται γι' αυτό η ανάκτηση της ιστορίας του, η έμπνευσή του από αυτήν και η συμμετοχή του στα δρώμενα της εποχής μας ως δημιουργός πολιτισμού και φορέας πρωτογενούς ελευθερίας.

 

* * * * *

 

Την Πέμπτη, 30 Οκτωβρίου στην κατάμεστη αίθουσα των Ιθακησίων ο Καθηγητής κ. Γ. Κοντογιώργης έδωσε τη δεύτερη διάλεξή του που οργάνωσε η Ελληνική Κοινότητα Μελβούρνης και Βικτωρίας με το Αυστραλιανό Ινστιτούτο Μακεδονικών Σπουδών με θέμα Η Επικαιρότητα του Ελληνικού Πολιτισμού στον Κόσμο. Ο διακεκριμένος ομιλητής αναφέρθηκε αναλυτικά στα κύρια χαρακτηριστικά του ελληνικού πολιτισμού και σε ποιό βαθμό παραμένει ο πολιτισμός αυτός επίκαιρος, ζωντανός και πηγή αναφοράς από τους λαούς του πλανήτη μας.

Ανέλυσε διεξοδικά το κοσμοσύστημα του ελληνικού πολιτισμού και πώς αυτό χρησιμοποιήθηκε ως γνώση και ως το βασικότερο συστατικό πάνω στο οποίο οικοδομήθηκε η σύγχρονη Ευρώπη και ο Δυτικός πολιτισμός, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Ο κ. Κοντογιώργης έδειξε και απέδειξε επισταμένα ότι η σημερινή εξέλιξη του σύγχρονου κόσμου και πολιτισμού αποτελεί τον απότοκο των δρώμενων και αξιών που έζησαν οι Έλληνες διαχρονικά 4.000 χρόνια ιστορίας. Επομένως ο ελληνικός πολιτισμός και το κοσμοσύστημά του παραμένουν επίκαιρα και χθες και σήμερα και αύριο, γι' αυτό και ο Ελληνισμός παραμένει επίκαιρος και ζωντανός, αφού πρώτα από όλους τους λαούς, οι Έλληνες βίωσαν και εξέλιξαν το δικό τους πολιτιστικό κοσμοσύστημα.

Μετά την ομιλία του, οι Επτανήσιοι τίμησαν τον Λευκαδίτη ακαδημαϊκό με ειδική πλακέτα για την προσφορά του στην πολιτική επιστήμη.

Αναδημοσίευση από τον Νέο Κόσμο - Ημερομηνία δημοσίευσης: 03-11-2014